Τὸν θρῆνο τοῦ παλαιοῦ Ἀδὰμ μετέτρεψε σὲ ἀνεκλάλητη χαρὰ ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος σήκωσε στοὺς ὤμους του τὸ βάρος τῆς ἀλλοτριωμένης ἀνθρωπότητας καὶ μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση χάρισε σὲ αὐτὴ τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ λύτρωση.
Στὸ μυστήριο ὅμως τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ καθοριστικὸ ρόλο ἔπαιξε ἡ πάναγνη Μαρία ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος τοῦ Ἀκάθιστου Ὕμνου ἀπευθυνόμενος πρὸς αὐτὴν γράφει: «Χαῖρε τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις».
β) Σύμφωνα μὲ τὸν Συναξαριστή, «ὁ φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων Θεός, ὡς Πατὴρ φιλόστοργος, θεωρῶν τὸ πλάσμα τῶν χειρῶν αὐτοῦ κατατυραννούμενον ἀπὸ τὸν διάβολον, καὶ κατασυρόμενον εἰς τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας, καὶ εἰς τὴν εἰδωλολατρείαν ὑποκείμενον, ἠθέλησε νὰ ἀποστείλη τὸν Υἱὸν του τὸν μονογενῆ, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, διὰ νὰ λυτρώση αὐτὸ ἀπὸ τὰς χείρας του. Ἐνεπιστεύθη τὸ μυστήριον αὐτὸ εἰς τὸν ἀρχάγγελον Γαβριήλ».
γ) «Ὅθεν ἐλθών ὁ Ἄγγελος εἰς πόλιν Ναζαρέτ, εἶπεν αὐτῇ· Χαῖρε κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ. H δὲ Παρθένος πρὸς τὸν Ἄγγελον· Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου».
Μὲ τοὺς λόγους αὐτοὺς ἡ ἁγνὴ Μαρία ἐξ ὀνόματος ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας συγκατένευσε στὴν προαιώνια Θεία βουλή. Κι ἐνῶ ἡ παρακοὴ τῆς προμήτορος Εὔας εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ διακοπὴ τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, ἡ ὑπακοὴ τῆς ταπεινῆς κόρης στὸ μήνυμα τοῦ ἀγγέλου σήμανε τὴν ἔναρξη μίας νέας σχέσης μὲ Αὐτόν.
δ) Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας γράφει ὅτι ἐκεῖνα ποὺ ἕλκυσαν τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τῆς Παρθένου ἦταν: Βίος πανάμωμος, ζωὴ πάναγνη, ἄρνηση κάθε κακίας, ἄσκηση ὅλων τῶν ἀρετῶν, ψυχὴ καθαρότερη ἀπὸ τὸ φῶς, σῶμα λαμπρότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο, καθαρότερο ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἱερότερο ἀπὸ τοὺς χερουβικοὺς θρόνους. Φτερούγισμα νοῦ, ποὺ δὲν δειλιάζει μπρὸς σὲ κανένα ὕψος, ποὺ ξεπερνᾶ ἀκόμη καὶ τὰ φτερὰ τῶν Ἀγγέλων. Θεῖος ἔρως, ποὺ ἀπορρόφησε καὶ ἀφομοίωσε κάθε ἄλλη ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς.
ε) Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀσύλληπτα καὶ ἠχοῦν παράξενα στὴν ἀκοὴ τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔχουν ἀγύμναστες πνευματικὲς αἰσθήσεις. Ἡ Μαρία ὅμως, ἡ ταπεινὴ κόρη τῆς Ναζαρέτ, ζοῦσε σὲ μία κοινότητα ποὺ πίστευε καὶ ἤλπιζε στὴν πραγματοποίηση τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ. Γνώριζε τὶς ρήσεις τῶν προφητῶν καὶ τὰ αἰνίγματα. Γι’ αὐτὸ καὶ δέχθηκε, ἔστω μὲ κάποια περίσκεψη, τὴ Θεία πρόσκληση. Ἡ ἀναφορὰ τοῦ Ἀρχαγγέλου στὴν ἐγκυμοσύνη τῆς Ἐλισάβετ, ἡ ὁποία συνέλαβε γιὸ στὰ γηρατειά της, ἀποτέλεσε μαρτυρία ὅτι «ὅπου βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις».
στ) Κι ὅταν ἡ Μαριὰμ ἐπισκέφθηκε τὴν Ἐλισάβετ καὶ ἐπιβεβαίωσε τὰ λεγόμενα ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου, ξέσπασε σὲ θεσπέσιο ὕμνο, στὸν ὁποῖο γίνεται ἀναφορὰ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ποὺ φανερώνεται ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ ἀλλὰ καὶ στὴν ἐκπλήρωση τῆς θεϊκῆς ὑπόσχεσης γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἐμπνευσμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἡ σεμνὴ Μαρία μιλᾶ γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπερβαίνει τὴν ἀνθρώπινη λογική, ἀφοῦ «σκόρπισε τοὺς περήφανους, καθαίρεσε τοὺς ἄρχοντες ἀπὸ τοὺς θρόνους τους, ἀνύψωσε τοὺς ταπεινούς, γέμισε πεινασμένους μὲ ἀγαθὰ καὶ ἐδίωξε πλούσιους μὲ ἀδειανὰ χέρια» (βλ. Λουκ. 1, 50-54).
ζ) Ὁπότε, ἡ Παναγία, συντασσόμενη μὲ τὴν προαιώνια βουλὴ τοῦ Θεοῦ, πλαστουργώντας τὸν νέο Ἀδάμ, τὸν Χριστό, καὶ μορφοποιώντας Τον στὴν ὕπαρξή της, γίνεται πρότυπο πνευματικῆς τελείωσης γιὰ κάθε χριστιανὸ ποὺ εἶναι ἕτοιμος νὰ δεχθεῖ τὴ Θεία ἐπίσκεψη. Καὶ ἕτοιμος γίνεται ἐκεῖνος ποὺ γρηγορεῖ, ἡσυχάζει ἐσωτερικά, ἀσκεῖται στὴν ἀγάπη καὶ καλλιεργεῖ τὶς δωρεὲς τοῦ Βαπτίσματος ποὺ ἔλαβε στὴν Ἐκκλησία καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποὺ κατακρίνει ὅλους τούς ἄλλους ζώντας ὁ ἴδιος ἐντός τῆς θρησκευτικῆς του αὐταρέσκειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου