Γράφει ο Π.Π.Β.
Το Μάρτιο, νομίζω αν θυμάμαι καλά, το έτος 1937 πέθανε ο αδελφός του παππού μου και θείος της μητέρας μου Βασίλειος Τσόδουλος. Τότε είχα κλείσει τα πέντε μου χρόνια και τα θυμάμαι όλα πολύ καλά.
Ο Βασίλειος Τσόδουλος,το πρόσωπο που αναφέρεται
στη διήγηση, και η σύζυγός του.
|
Η μάνα μου πήγε στην κηδεία. Τότε τους νεκρούς τους έβγαζαν στο Πετροβούνι στα ξύλα (σε πρόχειρο αυτοσχέδιο φορείο) τέσσερις άνδρες. Δεν υπήρχε αυτοκινητόδρομος. Ήταν δρόμος βατός που περνούσαν τα μουλάρια. Ο Πατέρας μου πήγε να βοσκήσει τα γελάδια. Είχαμε 14 κεφάλια γελάδια. Τα άλλα δύο αδέλφια μου, τα μεγαλύτερα, η Λάμπρω με το Γιάννη, είχαν πάει στο σχολειό. Το μικρότερο αδελφό μου το Μήτσιο δεν θυμάμαι αν τον είχε πάρει η μάνα μαζί της, πάντως δεν ήταν στο σπίτι. Θυμάμαι, όμως ας ήμουν μικρός, το πένθος με είχε κυριεύσει σαν να ήμουν μεγάλος.
Τον θυμάμαι το μπάρμπα της μάνας μου. Ερχόταν στο σπίτι καμιά φορά και μας πείραζε εμένα και τον αδελφό μου το Μήτσιο που ήμασταν μικρά, κι έλεγε της μάνας μας "γιατί Βασίλω χτυπάς τα παιδιά;".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου