Απόσπασμα από την Πτυχιακή Εργασία
με τίτλο "Οι Θεομητορικές εορτές"
του αποφοίτου της Α.Ε.Α. Βελλάς
Δημητρίου Β. Χήτου
Κανένα
καινοδιαθηκικό βιβλίο, εκ των κανονικών, δεν κάνει λόγο για τη μακαρία Κοίμηση
της Υπεραγίας Θεοτόκου ,αλλά και για τα γεγονότα που συνδέονται με αυτήν. Η
παράδοση βέβαια διέσωσε το περιστατικό της Κοιμήσεως και η απόκρυφη γραμματεία
κατέγραψε λεπτομερώς τα περί αυτής. Για το λόγο αυτό και το εορτολογικό
περιεχόμενο της παρούσας εορτής αντλείται από τα απόκρυφα κείμενα Περὶ Μεταστάσεως τῆς μακαρίας Παρθένου
Μαρίας του 5ου αιώνα και Βίβλος
Ἰωάννου περὶ τῆς κοιμησεως τῆς Μαρίας του οποίου σώζεται η λατινική
μετάφραση του 6ου αιώνα[1].
Μετά τη Σταύρωση του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού η Υπεραγία Θεοτόκος διέμεινε μέχρι το τέλος της επιγείου ζωής της
στην οικία του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού, ο οποίος ανέλαβε
την προστασία και περιποίησή της[2].
Όταν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός
θέλησε να πάρει κοντά Του την κατά σάρκα Μητέρα Του Υπεραγία Θεοτόκο, απέστειλε
τον αρχάγγελο Γαβριήλ να της φανερώσει τρεις μέρες πριν την έξοδό Της από την
επίγεια ζωή, «Τάδε λέγει ὁ Υἱός σου· καιρὸς εἴναι νὰ παραλάβω τὴν Μητέρα μου
εἰς τὸν ἑαυτόν μου· ὅθεν μὴ ταραχῇς διὰ τοῦτο, ἀλλὰ μὲ εὐφρσύνην δέξαι τὸ
μήνυμα, ἐπειδὴ μεταβαίνεις εἰς ζωὴν ἀθάνατον»[3].
Τους
λόγους αυτούς του αρχαγγέλου η Θεοτόκος
τους δέχθηκε με μεγάλη χαρά, κι από τον πόθο που είχε να συναντήσει τον Υιό
Της, κατευθύνθηκε, όπως συνήθιζε, στο όρος τον Ελαιών για να προσευχηθεί. Ένα
παράδοξο γεγονός συνέβη όταν ή Θεοτόκος έφθασε εκεί. Όλα τα δένδρα του όρους
υποκλίθηκαν (έκλιναν τις κορυφές τους) σαν να ήταν έμψυχα και λογικά όντα,
αποδίδοντας τιμή και σεβασμό στη Δέσποινα του Κόσμου την Κυρία Θεοτόκο.
Όμως,
ένα ακόμη θαυμαστό γεγονός ήρθε να συμπληρώσει το πρώτο. Όταν η Θεοτόκος
επέστρεψε στον οίκο της αυτός σείσθηκε συθέμελα. Στη συνέχεια η Θεοτόκος
ευπρέπισε τον οίκο, δοξολόγησε το Θεό και έκανε γνωστή στους γείτονες και
συγγενείς την επικείμενη κοίμησή της δεικνύοντας τους το αποδεικτικό στοιχείο
του αρχαγγέλου, έναν κλάδο φοίνικα, σημάδι χαράς και νίκης. Οι λόγοι της Θεοτόκου
έφεραν θλίψη στους παρισταμένους για τον αποχωρισμό. Όμως η Υπεραγία Θεοτόκος
τους καθησύχασε και υποσχέθηκε ότι από τη θέση που θα έχει κοντά στον Υιό Της
θα πρεσβεύει για όλο τον κόσμο. Και στη συνέχεια όρισε την κληροδότηση των δύο
μαφορίων (φορεμάτων) Της σε δύο χήρες τις οποίες η ίδια έτρεφε.
Καθώς
συνέβαιναν όλα αυτά δυνατή βροντή ακούστηκε και ευθύς συγκεντρώθηκαν εκεί πολλά
νέφη, τα οποία μετέφεραν τους Αποστόλους από τα πέρα τα του κόσμού όπου
κήρυτταν, στην οικία της Θεοτόκου. Και μαζί με αυτούς τον Άγιο Διονύσιο τον
Αρεοπαγίτη, τον Άγιο Ιερόθεο, τον Απόστολο Τιμόθεο και άλλους επισκόπους.
Θλιμμένοι κι αυτοί με την είδηση του αποχωρισμού, αποχαιρέτισαν τη Θεοτόκο η οποία με παρηγορητικούς λόγους
τους καθησύχασε και ζήτησε να γίνει ο ενταφιασμός Της όπως το Εκείνη το
επιθυμούσε. Τότε έφθασε και ο Απόστολος Παύλος, προσκύνησε την Μητέρα του Θεού
και την εγκωμίασε.
Μετά
από τα παραπάνω η Υπεραγία Θεοτόκος αποχαιρέτισε και ευλόγησε όλους τους
παρισταμένους κι αφού σχημάτισε, όπως αυτή ήθελε, το άχραντο σώμα Της στη
νεκρική κλίνη παρέδωσε στον Υιό Της την Παναγία ψυχή Της[4].
Έπειτα άρχισε η νεκρική πομπή προς τον ενταφιασμό του Θεοδόχου σώματός Της με
λαμπαδηφορία και εγκώμιους ύμνους από τους Αποστόλους με αρχή του Αποστόλου
Πέτρου, ενώ παράλληλα και για τρεις ολόκληρες ημέρες άγγελοι έψαλλαν ύμνους
προς τιμήν της Θεογεννήτριας και Αειπαρθένου Μαρίας.
[1] Βλ. Γ.Ν. Φίλια, Οἱ Θεομητορικὲς ἑορτὲς στὴ λατρεία τῆς
Ἐκκλησίας, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2008, σ.σ. 119 – 120.
[2] Όπως γνωρίζουμε και από τον Ευαγγελιστή
Ιωάννη (Ἰωάν. 19, 26 – 28) ο ίδιος ο Κύριος φρόντισε για το μέλλον της επιγείου
ζωής της Παναχράντου Μητρός, γι΄ αυτό και βρισκόμενος πάνω στο Σταυρό, την ώρα
του Πάθους Του, ανέθεσε τη φροντίδα και προστασία Της στο μαθητή «ὅν ἠγάπα».
[3] Νικόδημος Ἁγιορείτης, Συναξαριστῆς τῶν δώδεκα μηνῶν, τ. Α’,
Ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 215.
[4] Σχετικά με την κοίμηση της
Υπεραγίας Θεοτόκου η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, για ακόμη μια φορά απομακρύνθηκε
από την παράδοση της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας,
αφού εισήγαγε ένα νέο δόγμα, που
αποτελεί απόρροια του δόγματος περί ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου. Με το νέο
αυτό δόγμα, που διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1950 από τον Πάπα Πίο ΧΙΙ, η
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υποστηρίζει πως η Υπεραγία Θεοτόκος δεν γεύθηκε το
θάνατο όπως όλοι οι άνθρωποι, αλλά αναλήφθηκε στους ουρανούς. Το γεγονός του
θανάτου της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι αποτελεί μία ακόμη ειδοποιό διαφορά μεταξύ
ορθοδόξου και ρωμαιοκαθολικού δόγματος (Βλ. Ἀνδρέα Θεοδώρου, Χαῖρε νύμφη, ἀνύμφευτε, ὁ Ἀκάθιστος Ὑμνος στὴν πίστη καὶ τὴν εὐσέβεια τῆς
Ὀρθοδοξίας,Ἐκδ. Α.Δ.Ε.Ε., Ἀθήνα 1993, σσ. 290 – 291.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου