Ιστολόγιο του Ιερού Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου Χαροκοπίου Ιωαννίνων

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

"Το Θαυώριο Φως"

      

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Ναυπάκτου & Αγίου Βλασίου
κ. Ιεροθέου

    Είναι διδασκαλία των αγίων Πατέρων ότι ο Χριστός επάνω στο Θαβώρ έδειξε στους ανθρώπους το αρχέτυπο κάλλος της εικόνος τους. Δηλαδή, ο Χριστός είναι το αρχέτυπο της δημιουργίας του ανθρώπου, αφού ο άνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα του Λόγου. Με αυτό φαίνεται η δόξα της εικόνος και η μεγάλη τιμή να είμαστε κατ’ εικόνα του Θεού. Η καταγωγή μας δεν είναι χαμηλή, αλλά υψηλή, αφού ο δεδοξασμένος Χριστός είναι το πρωτότυπο της δημιουργίας μας, αλλά και αυτός ο τεχνίτης και δημιουργός μας.
   Στην Αγία Γραφή επανειλημμένα λέγεται ότι ο Χριστός είναι ο νέος Αδάμ, που ενηνθρώπησε για να διορθώση το σφάλμα του προπάτορος Αδάμ. Ο πρώτος Αδάμ στον Παράδεισο, καίτοι ήταν άπειρος ακόμη, βρισκόταν στον φωτισμό του νοός, γιατί το κατ’ εικόνα του ήταν καθαρό και δεχόταν τις ακτίνες του θείου φωτός. Μετά την αμαρτία όμως σκοτίσθηκε, έχασε το καθ’ ομοίωση, χωρίς όμως να απωλέση καθ’ ολοκληρία το κατ’ εικόνα. Στην πατερική παράδοση λέγεται ότι το κατ’ εικόνα του Αδάμ αμαυρώθηκε, δηλαδή σκοτίστηκε, χωρίς να χαθή τελείως. Με την ενανθρώπηση του Χριστού και την θέωση της ανθρωπίνης φύσεως επανέρχεται ο Αδάμ στην προηγούμενη δόξα, και μάλιστα ανέρχεται ακόμη υψηλότερα. Έτσι, ο Χριστός στο Θαβώρ έδειξε ποιό ήταν το πρωτότυπο της δημιουργίας του ανθρώπου και σε ποιά κατάσταση βρισκόταν ο πρώτος Αδάμ στον Παράδεισο πριν από την πτώση.
    Βέβαια, αυτό λέγεται με συγκατάβαση, γιατί όπως διδάσκει ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, η έλλαμψη του Μεταμορφωθέντος Χριστού ήταν θειοτέρα και λαμπροτέρα από την έλλαμψη που είχε ο Αδάμ στον Παράδεισο. Και αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί ο Θεός που δημιούργησε τον Αδάμ ήταν Θεός κατ’ ουσία, ενώ ο Αδάμ ήταν κατά μέθεξη και μετοχή θεός. Το φως του Θεού είναι κατά φύση, ενώ το φως που είχε ο Αδάμ ήταν κατά μετοχή και Χάρη. Δεύτερον, γιατί ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και την θέωσε καθ’ υπόσταση, ενώ ο Αδάμ είχε κοινωνία με την Χάρη του Θεού κατ’ ενέργεια. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ στον Χριστό η θεία με την ανθρώπινη φύση ενώθηκαν υποστατικά, καθ’ υπόσταση, στον Αδάμ και στον κάθε θεούμενο η φύση του ενώνεται κατά Χάρη με τον Θεό και όχι καθ’ υπόσταση. Γιατί η καθ’ υπόσταση ένωση θείας και ανθρωπίνης φύσεως έγινε μόνο στον Χριστό.
      Για να γίνη αυτό αντιληπτό πρέπει να πούμε ότι κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό υπάρχουν τρεις τρόποι ενώσεως. Ο πρώτος είναι ο κατ’ ουσίαν, που συμβαίνει με τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, ο δεύτερος τρόπος ενώσεως συνέβη στον Χριστό με την ενανθρώπηση και είναι ο καθ’ υπόσταση αφού ο Χριστός είναι ο μοναδικός Θεάνθρωπος, και ο τρίτος τρόπος ενώσεως είναι ο κατά Χάριν, και συμβαίνει με τους θεουμένους ανθρώπους, οι οποίοι δεν ενώνονται με τον Θεό κατ’ ουσία, γιατί αυτό συμβαίνει μόνο με τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, ούτε ενώνονται με τον Θεό καθ’ υπόσταση, γιατί ένας είναι ο Θεάνθρωπος, αλλά ενώνονται κατά μετοχή της Χάριτος. Γι’ αυτό οι άγιοι δεν λέγονται, έστω και κατά Χάριν, Θεάνθρωποι, αλλά κατά Χάριν θεοί, θεούμενοι.
   Πάντως, ο μεταμορφωθείς Χριστός έδειξε την δόξα του αρχετύπου της δημιουργίας μας. Και όπως στους γλύπτες μεγαλύτερη αξία έχει το πρόπλασμα και έπειτα το αντίγραφό του, που μπορεί να το κάνη ο καθένας, έτσι και εδώ μεγαλύτερη αξία έχει το πρωτότυπο. Η Μεταμόρφωση του Χριστού δείχνει, κατά συγκατάβαση, και την προέλευση του ανθρώπου, αλλά και τον σκοπό, το τέλος, στο οποίο πρέπει να κατατείνη.
  Το φως του Θεού είναι προαιώνιο, άχρονο, αλλά στο Θαβώρ, κατά άκρα φιλανθρωπία του Θεού, περιγράφηκε στο ανθρώπινο σώμα, "ως εν δίσκω ηλιακώ". Παρά την έλλαμψη και την περιγραφή στο πρόσωπο του Χριστού, εν τούτοις "άσχετον ήν, και ασχέτως επλήρει το πάν, απερίγραπτον μένον και εν τω περιγράφεσθαι" (άγ. Νικόδημος αγιορείτης). Αυτό είναι το μεγάλο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού, της Μεταμορφώσεώς Του, αλλά και της θεώσεως του ανθρώπου.
    Για να μη γίνη καμμιά σύγχυση μεταξύ του κτιστού φωτός του ηλίου και του ακτίστου Φωτός της θεότητος, οι άγιοι Πατέρες πολλές φορές χρησιμοποιούν και τον όρο "υπέρφωτος γνόφος". Πραγματικά, ο Θεός είναι φώς, και έτσι τον είδαν οι άγιοι, αλλά για την υπερέχουσα φανότητα και για την μη συσχέτηση με άλλα κτιστά φώτα λέγεται υπέρφωτος γνόφος. Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε την λεγομένη καταφατική και αποφατική θεολογία. Η πρώτη (καταφατική) θεολογία, που ονομάζει τον Θεό από τις ενέργειές Του και τα αποτελέσματα των ενεργειών Του, χαρακτηρίζει τον Θεό φως αληθινό, απρόσιτο και άκρατο. Η δεύτερη (αποφατική) θεολογία ονομάζει τον Θεό "υπέρ φώς", όπως ακριβώς τον χαρακτηρίζει και υπερώνυμο και υπερούσιο. Έτσι, λοιπόν, η ύπαρξη της αποφατικής θεολογίας δεν οδηγεί στον αγνωστικισμό, δεν καταλήγει σε ένα ανυπόστατο μυστικισμό, αλλά αποφεύγει τους κινδύνους της λογικοκρατίας και της αισθησιοκρατίας (άγ. Νικόδημος αγιορείτης).
     Αυτά σημαίνουν ότι το πρόσωπο του Κυρίου έλαμψε ως ο ήλιος, αλλά ταυτόχρονα έλαμψε και υπέρ ήλιον, που σημαίνει έλαμψε υπέρ λόγον και έννοια, κατά άρρητο τρόπο. Οι εκφράσεις των Πατέρων είναι δηλωτικές αυτής της πραγματικότητος. Κάνουν λόγο για το ότι οι Μαθητές και οι θεούμενοι δια μέσου των αιώνων βλέπουν αοράτως, ακούν ανηκούστως, μετέχουν αμεθέκτως, νοούν ανοήτως τον Θεό.
  Επομένως, η έλλαμψη του Χριστού στο Θαβώρ, η αποκάλυψη της δόξης Του στους θεουμένους κάθε εποχής, δεν είναι ένα αισθητικό γεγονός, αλλά μυστήριο, είναι φανέρωση κατά άρρητο τρόπο της δόξης του Θεού.

http://anavaseis.blogspot.gr/2011/08/blog-post_9005.html

Δεν υπάρχουν σχόλια: