Ιστολόγιο του Ιερού Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου Χαροκοπίου Ιωαννίνων

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

"Ιωαννίνων η πόλις σήμερον τέρπεται"


17 Ιανουαρίου 2014
Μνήμη του Πολιούχου των Ιωαννίνων 
Νεομάρτυρος Γεωργίου



     Ο Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος, ο πολιούχος των Ιωαννίνων, καταγόταν από ένα χωριό των Γρεβενών, το οποίο ονομαζόταν Τζούρχλη, σήμερα Άγιος Γεώργιος. Ήταν
φτωχός και αγράμματος άνθρωπος. Σε ηλικία οκτώ ετών έμενε ορφανός. Και από τους δύο γονείς του. Όταν μεγάλωσε εργαζόταν ως ιπποκόμος σε κάποιον τούρκο αγά.Οι Τούρκοι,όπως συνήθιζαν, δεν τον αποκαλούσαν με το όνομά του αλλά Γκιαούρ Χασάν.  Το έτος 1836 ο αγάς, τον οποίο υπηρετούσε ο Άγιος, εγκαταστάθηκε για υπηρεσιακούς λόγους στα Ιωάννινα. Εκεί στα Ιωάννινα ο Άγιος αρραβωνιάστηκε με μια νέα ονόματι Ελένη, ορφανή και αυτή από γονείς, πτωχή υλικά αλλά πλούσια ψυχικά. Κάποιος Χότζας, ο οποίος γνώριζε τον Άγιο και άκουγε να τον φωνάζουν Γκιαούρ Χασάν παραξενεύτηκε που αρραβωνιάστηκε Χριστιανή και τον κατηγόρησε στο δικαστήριο πως ενώ είναι μουσουλμάνος παντρεύεται
Χριστιανή. Μπροστά στο δικαστήριο ο Άγιος ομολόγησε πως είναι Χριστιανός. Ο δικαστής δεν πείστηκε και τον έστειλε στον βεζύρη, όπου ανακρινόμενος ο Άγιος ομολόγησε ξανά τη χριστιανική του πίστη. Ο βεζύρης μάλιστα κάλεσε και τον αφέντη του Αγίου, ο οποίος επιβεβαίωσε την χριστιανική του ιδιότητα, πράγμα το οποίο καταγράφηκε στον κώδικα του δικαστή, πως είναι Χριστιανός. Μετά το γεγονός αυτό έκανε τον γάμο του με την Ελένη.

         Στο μεταξύ ο αφέντης του μετατέθηκε στην Προύσα
της Μ. Ασίας, όπου αρχικά τον ακολούθησε, αργότερα όμως επέστρεψε στα Ιωάννινα. Προσκολλήθηκε σε κάποιον αγά πάλι ως ιπποκόμος. Όταν έφυγε και αυτός ο Άγιος δεν τον ακολούθησε αλλά παρέμεινε με την οικογένειά του, διότι στο μεταξύ η σύζυγός του γέννησε γιό τον οποίο βάπτισαν με το όνομα Ιωάννη.
   Κάποια μέρα ο Άγιος πηγαίνοντας στην αγορά για αναζήτηση εργασίας συνάντησε εκείνον τον Χότζα που τον είχε κατηγορήσει. Μόλις τον είδε εκείνος αμέσως τον άρπαξε και του λέει :

Μέχρι πότε θα παίζεις με την πίστη; Ή Τούρκος ή Χριστιανός;

      Ο Άγιος του ζητούσε να τον αφήσει, έτυχε μάλιστα να περνά εκείνη την ώρα ο κουνιάδος του, ο οποίος προσπαθούσε να τον βγάλει από τα χέρια του χότζα.
     Εξαιτίας της φασαρίας στο μεταξύ μαζεύτηκαν και άλλοι Τούρκοι και Ρωμιοί. Απέναντι ακριβώς ήταν το σπίτι του
πασά, ο οποίος βλέποντας τη φασαρία έστειλε ανθρώπους του και τους έφεραν μπροστά του. Ο χότζας κατηγόρησε τον Άγιο πως, ενώ ήταν τούρκος, τώρα έγινε Χριστιανός. Στη σχετική ερώτηση του πασά ο Άγιος απάντησε με πολύ θάρρος, Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω. Ο πασάς τότε τον έστειλε στον δικαστή.

    Ο δικαστής μολονότι γνώριζε την υπόθεση ρώτησε τον άγιο: Χριστιανός είσαι εσύ;

    Στην καταφατική απάντηση του Αγίου του λέει πάλι : Κάποτε ήσουν Χριστιανός αλλά τώρα είσαι Τούρκος.

     Όχι, όχι, του απάντησε ο Άγιος, Χριστιανός είμαι καθώς κι εσύ το ξέρεις και είναι περασμένο και στα χαρτιά σου.

  Ναι, του λέει ο δικαστής, αλλά τότε ήταν ένας ο μάρτυρας,τώρα όμως μαρτυρούν πολλοί πως είσαι Τούρκος. Σύμφωνα με τη μαρτυρία τους, ένα από τα δύο πρέπει να κάμεις, ή να γίνεις Τούρκος ή να θανατωθείς.

     Κάνε ό,τι θέλεις,ήταν η απάντηση του Αγίου.

    Τότε, αφού τον ήλεγξαν αν του είχαν κάνει περιτομή και δεν βρήκαν τίποτε, τον οδήγησαν στον ανθύπατο. Μετά από νέα ανάκριση και ομολογία τον έκλεισαν στη φυλακή. Εκεί βρίσκονταν δύο Χριστιανοί από τη Βούρμπιανη, οι οποίοι τον ρώτησαν για την υπόθεσή του και,όταν έμαθαν πως ήταν για την πίστη, τον παρότρυναν να μείνει σταθερός και αν χρειαστεί να μαρτυρήσει ακόμη.
    Την άλλη μέρα τον οδήγησαν πάλι στον δικαστή, ο οποίος με τους παρακαθημένους του τον προέτρεπε να εξισλαμισθεί. Ο Άγιος έμενε σταθερός λέγοντας : Χριστιανός και Χριστιανός πεθαίνω.
   
Τον οδήγησαν τότε πάλι στη φυλακή, τον ξάπλωσαν, κάτω του έβαλαν τα πόδια στο τιμωρητικό ξύλο και πάνω του τοποθέτησαν μια πλάκα βάρους πενήντα οκάδων περίπου. Ο Άγιος κοιμήθηκε σαν να ήταν σκεπασμένος με πάπλωμα. Το πρωί τον ρωτούσαν οι άλλοι φυλακισμένοι : πώς πέρασες τη νύχτα, αδελφέ; εμείς φοβηθήκαμε μήπως πεθάνεις από το βάρος της πλάκας.

   Δεν κατάλαβα τίποτα, τους απάντησε ο Άγιος, μάλιστα είδα και όνειρο, ένα νέο ασπροφορεμένο που μου είπε : μη φοβάσαι, Γεώργιε.

   Τον οδήγησαν και πάλι στο δικαστήριο, όπου ο Άγιος ομολόγησε για τρίτη φορά τον Χριστό.

   Ήρθε η ώρα να βγάλω απόφαση, του λέει ο δικαστής, να καταδικαστείς.

    Χωρίς να φοβηθεί ο Άγιος, με πολύ θάρρος του απάντησε:

   Κάνε ό,τι θέλεις, δεν φοβούμαι τίποτε, όχι μια απόφαση μα εκατό να βγάλεις.
    Βλέποντας την γενναιότητά του ο δικαστής για μια στιγμή σκέφτηκε να τον ελευθερώσει,όμως ο τουρκικός όχλος φώναζε να θανατωθεί ως υβριστής του Ισλάμ.
 Έτσι εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση. Την ώρα εκείνη,λένε, μια μεγάλη αστραπή έσκισε τον ουρανό, συνοδευόμενη από ένα τρομερό κρότο ενώ συγχρόνως έγινε αναβρασμός στη λίμνη ώστε οι άνθρωποι φοβήθηκαν. Οι Μητροπολίτες Ιωαννίνων, Άρτης και Γρεβενών προσπάθησαν με την παρέμβασή τους να τον ελευθερώσουν αλλά δεν κατάφεραν τίποτα.
   Μέχρι να γίνει η εκτέλεση έκλεισαν τον Γεώργιο στη φυλακή, όπου δεν σταμάτησαν να τον ενοχλούν οι Τούρκοι με διαφόρους απεσταλμένους τους να αρνηθεί τον Χριστό. Από την άλλη μεριά οι Χριστιανοί φυλακισμένοι τον στήριζαν και τον παρακινούσαν να μείνει σταθερός στην πίστη, ώστε υπομένοντας λίγο πόνο να βρεθεί κοντά στον Χριστό.
     Την άλλη μέρα, εορτή του Αγίου Αντωνίου, οι δήμιοι τον οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης. Ο Άγιος δόξασε τον Θεό και χάρηκε που τον αξίωνε να μαρτυρήσει για το όνομά Του.
Ήταν θαυμαστό να τον βλέπει κανένας πως έτρεχε, με πόση χαρά και αγαλλίαση, σα να μην πατούσε στη γη, λες και πετούσε στον αέρα. Το πρόσωπό του κυριολεκτικά άστραφτε από χαρά.
    Όταν έφθασαν στον τόπο της εκτέλεσης, στην πύλη του φρουρίου, ομολόγησε για τελευταία φορά : Χριστιανός είμαι, προσκυνώ τον Χριστό μου και την Δέσποινά μου Θεοτόκο.
    Παρακάλεσε τους δημίους να του λύσουν τα χέρια, έκανε το σημείο του σταυρού και φώναξε προς τους Χριστιανούς : Συγχωρέστε με, αδελφοί και ο Θεός να σας συγχωρήσει. Κι όπως έλεγε αυτά,τον απαγχόνισαν. Ήταν τριάντα ετών.
     Το λείψανό του έμεινε τρία μερόνυχτα, κατά τη συνήθεια, κρεμασμένο. Κάθε νύχτα ερχόταν ουράνιο φως και τον περιέβαλε. Μετά τις τρεις ημέρες,ύστερα από παράκληση του συλλόγου των ιπποκόμων, δόθηκε άδεια ταφής.
     Μετέφεραν το Άγιο λείψανο στον Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι οι Μητροπολίτες, ο κλήρος και πλήθος Χριστιανών.
   Αφού το ετοίμασαν για την ταφή στο παρεκκλήσιο της Αγίας Μαρίνης έψαλαν την ακολουθία με δάκρυα συγκίνησης και χαράς. Το ενταφίασαν στην αυλή, στην βόρεια πλευρά του ναού.


Δεν υπάρχουν σχόλια: